Την Κυριακή 19 και το Σάββατο 25 Νοεμβρίου διανεμήθηκαν στη Μάνδρα Αττικής τρόφιμα και άλλα αγαθά πρώτης ανάγκης, που είχαν συγκεντρωθεί από μέλη και φίλους του Κινήματος Πολιτών Άρδην. Όσοι – λίγοι δυστυχώς – βρεθήκαμε επί τόπου, συνδράμαμε στο έργο αποκατάστασης των πληγέντων μίας πόλης που έμοιαζε πολύ με εμπόλεμη ζώνη.
Για τα αίτια της καταστροφής και την (μη) απόδοση ευθυνών σε ιθύνοντες και αυτουργούς έχουν ειπωθεί αρκετά. Όσο τα θύματα θα αυξάνονται, είτε από τη συγκεκριμένη πλημμύρα (τα ταυτοποιημένα πτώματα έχουν φτάσει τα είκοσι τέσσερα), είτε από κάποια άλλη στο μέλλον, η συζήτηση αυτή θα συνεχίζεται. Διότι μόνο με θαύμα δεν θα υπάρξουν νέες φονικές πλημμύρες στην Ελλάδα, ειδικά από τη στιγμή που εντείνεται το φαινόμενο των μεσογειακών κυκλώνων, συνέπεια μίας κλιματικής αλλαγής απέναντι στην οποία οι ελληνικές πόλεις είναι εξόχως εκτεθειμένες.
Σχετικά με την αντιμετώπιση τέτοιου τύπου κρίσεων, υπάρχει όμως ένα άλλο σημείο στο οποίο αξίζει να σταθούμε και το οποίο απασχόλησε ελάχιστα την επικαιρότητα. Αυτό είναι η διαχείριση της κρίσης από την πλευρά της οργάνωσης και του συντονισμού των έργων αποκατάστασης. Ίσως ο λόγος που απασχόλησε τόσο λίγο την επικαιρότητα είναι επειδή η ανεπάρκεια σε αυτόν τον τομέα είναι πλέον αποδεκτή και δεδομένη.
Η έλλειψη συντονισμού των εργασιών στήριξης και αποκατάστασης των πληγέντων σε συνθήκες κρίσης είναι εν γένει κοινή εμπειρία όσων έτυχε να ασχοληθούν με ανθρωπιστική βοήθεια. Ωστόσο, πρέπει να διακρίνουμε τη διαφορά μεταξύ της έλλειψης συντονισμού που οφείλεται στη ρευστότητα κάποιων παραγόντων όταν ξεσπάει μία κρίση – όπως η έλλειψη πλήρους καταγραφής των ζημιών, ο μη σταθερός αριθμός εθελοντών κ.ο.κ. – που διορθώνονται μέρα με τη μέρα, και της έλλειψης συντονισμού που οφείλεται σε δομικές δυσλειτουργίες των θεσμών, δυσλειτουργίες οι οποίες δεν διορθώνονται εν μία νυκτί, πόσω μάλλον μεσούσης της κρίσης, κατά την οποία γίνονται μάλιστα ιδιαίτερα αισθητές. Δυστυχώς, όπως διαπιστώσαμε, ο ΣΥΡΙΖΑ απέτυχε και σε αυτό το πεδίο – προνομιακό θα έλεγε κανείς, για μία πολιτική δύναμη που δεν βαραίνουν οι μεταπολιτευτικές παθογένειες της διαχείρισης του δημοσίου.
Στεκόμαστε στις ευθύνες της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, ακριβώς επειδή ήταν εκείνη η πολιτική δύναμη που υποσχόταν μία ριζικά διαφορετική διαχείριση σε σχέση με ό,τι γνωρίσαμε στο πρόσφατο παρελθόν. Αλλά προφανώς σε αυτόν τον τομέα, εκτός από την κυβέρνηση, που έχει την άμεση ευθύνη της Πυροσβεστικής και του Στρατού, ευθύνη έχει και η Περιφέρεια της κυρίας Δούρου και ο Δήμος Μάνδρας της κυρίας Κριεκούκη (ΠΑΣΟΚ).
Για να αναφέρουμε μόνο δύο κραυγαλέα παραδείγματα ανεπάρκειας των αρχών, τουλάχιστον έτσι όπως τις βιώσαμε, θα σταθούμε στην παντελή έλλειψη κάποιου συντονιστικού οργάνου του συνόλου των επιχειρήσεων στη Μάνδρα και στη δύσκολη πρόσβαση στην πληροφορία σχετικά με τις άμεσες ανάγκες των πληγέντων.
Πόσο δύσκολο ήταν άραγε να οριστεί στο δημαρχείο Μάνδρας ένας άνθρωπος που θα βρίσκεται σε άμεση επαφή με καθεμία από τις πέντε, δέκα ομάδες που δραστηριοποιούνταν στους δρόμους αυτής της μικρής πόλης και ο οποίος θα λαμβάνει ταυτόχρονα την πληροφορία σχετικά με τις άμεσες ανάγκες των κατοίκων; Έτσι θα μπορούσε αφενός να συντονιστεί το έργο της Πυροσβεστικής, του Στρατού, των εθελοντών της Περιφέρειας Αττικής, του Ερυθρού Σταυρού, του Κοινωνικού Παντοπωλείου και των υπόλοιπων κέντρων συγκέντρωσης ειδών πρώτης ανάγκης και αφετέρου να χρησιμοποιούνται αποτελεσματικότερα οι πολυπληθείς μεμονωμένοι εθελοντές. Κανείς δεν απαιτεί ο συντονισμός αυτός να είναι άψογος σε αυτές τις συνθήκες. Μπορούσαν όμως να αποφευχθούν κωμικοτραγικές καταστάσεις, όπως η διπλή διανομή βραδινών γευμάτων σε κάποιες συνοικίες, τη στιγμή που άλλες συνοικίες δεν είχαν εξυπηρετηθεί από το πρωί.
Επίσης, πόσο δύσκολο ήταν, την επομένη της καταστροφής να ανοίξει μία γραμμή έκτακτης ανάγκης για τη Δυτική Αττική, που θα λειτουργεί ένα μικρό τηλεφωνικό κέντρο το οποίο θα διαθέτει κάποιες στοιχειώδεις πληροφορίες; Πόσο δύσκολο ήταν να αναρτηθούν πληροφορίες στους ιστότοπους των αρμόδιων τοπικών αρχών σχετικά με τα μέσα πρόσβασης στην περιοχή, ειδικά από τη στιγμή που τα δρομολόγια των αστικών λεωφορείων, όταν εκτελούνταν, σταματούσαν αναγκαστικά στη Μαγούλα;
Για τις ανεπάρκειες αυτές μοναδικοί υπεύθυνοι είναι οι άνθρωποι που έχουν επιφορτιστεί με τη διαχείριση των θεσμών: κατ’ εξοχήν οι πολιτικοί μας εκπρόσωποι. Αυτό, εν τέλει, είναι μία πηγή των προβλημάτων. Το γεγονός, δηλαδή, ότι σε αυτή τη χώρα δεν υπάρχουν παρά ελάχιστοι θεσμοί που να λειτουργούν ανεξάρτητα από το πολιτικό προσωπικό. Γιατί ο συντονισμός των ομάδων παροχής βοήθειας θα πρέπει να εξαρτάται από την ικανότητα του εκάστοτε δημάρχου, περιφερειάρχη, υπουργού; Είναι κρίμα να σπαταλάται με αυτόν τον τρόπο η εντυπωσιακή κατά τα άλλα αλληλεγγύη και διάθεση αλληλοβοήθειας που έδειξαν οι πολίτες στην περίπτωση της Μάνδρας.
Όπως επίσης είναι εγκληματικό να θυσιάζεται η εύρυθμη λειτουργία του έργου αποκατάστασης των ζημιών στον βωμό της μικροπολιτικής και της διαφήμισης. Διότι, από τον Μαρινάκη ως τον Σπανό, δεν έλειψε η συνηθισμένη εκμετάλλευση της ανθρωπιστικής βοήθειας για αυτοπροβολή, με πρώτους και καλύτερους τους βουλευτές της Χρυσής Αυγής, που δίνανε σχεδόν καθημερινά το παρών στην περιοχή, χωρίς ουσία. Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι το Σάββατο 25 Νοεμβρίου, Ζαρούλια και Μπαρμπαρούσης επισκέφτηκαν το Κοινωνικό Παντοπωλείο, μονάχα για να βεβαιωθούν για την καταγραφή της αποστολής αγαθών από την Χρυσή Αυγή και κανένας από τη πολυμελή συνοδεία τους δεν ασχολήθηκε με τη μεταφόρτωση των δεμάτων που γινόταν εκείνη τη στιγμή (απεναντίας, με την παρουσία τους δυσχέραιναν την κατάσταση συνωστισμού εντός του Κοινωνικού Παντοπωλείου).
Η αποκατάσταση της Μάνδρας δεν είναι έργο ούτε του Σαββίδη, ούτε του Μαρινάκη, ούτε της Χρυσής Αυγής. Είναι έργο όσων προσέφεραν ανιδιοτελώς τη βοήθειά τους, και κυρίως των ίδιων των Μανδρινών και των Ελευσίνιων. Μεταξύ αυτών, οφείλουμε να σημειώσουμε την ενεργό –πλην διακριτική– αρωγή του Συλλόγου Ποντίων Μάνδρας στην ετοιμασία και διανομή γευμάτων. Σε αυτούς ευχόμαστε καλή δύναμη και γρήγορη ανάκαμψη!