Ελληνική Ιστορία: Από τον Φαλμεράυερ στον Χομπσμπάουμ
Προλογικό Σημείωμα από το αφιέρωμα του Νέου Ερμή του Λόγιου τ. 15 που κυκλοφορεί σε περίπτερα και βιβλιοπωλεία.
Το
αφιέρωμα αφορά στην ελληνική Ιστορία και την αποδομητική ιστοριογραφία,
με αφετηρία τις πρόσφατες προτάσεις της επιτροπής του «Ινστιτούτου
Εκπαιδευτικής Πολιτικής» για τη διδασκαλία της Ιστορίας.Στην Ανακοίνωση της «Ελληνικής Γλωσσικής Κληρονομιάς», που υπογράφεται από τον Β. Φίλια και την Α. Σιδέρη-Τόλια, τονίζεται πως η πολιτική του Υπουργείου Παιδείας υποβαθμίζει τη διδασκαλία της ελληνικής γλώσσας, χρησιμοποιεί το ιδεολόγημα της πολυπολιτισμικής παιδείας, αμφισβητεί την ίδια την ιδέα του έθνους, με στόχο τη διαμόρφωση μιας ταυτότητας προσαρμοσμένης στη Νέα Τάξη και στην παγκοσμιοποίηση.
Το κείμενο του Κυριάκου Κατσιμάνη, «Πίσω από τις λέξεις κρύβονται οι προθέσεις – Οι υποβόσκουσες ιδεολογικές “σταθερές” του σχεδίου προγραμμάτων του ΙΕΠ για την ιστορία», επικεντρώνεται στο θεωρητικό πλαίσιο του Σχεδίου και εξετάζει λεπτομερώς τις προτάσεις του. Διαβάζουμε μερικούς τίτλους των κεφαλαίων του: Ιστορία και «Πολιτική Παιδεία»· Εξυπηρέτηση σκοπιμοτήτων, σχετικοποίηση της ιστορικής αλήθειας· Η υποβάθμιση του σχολικού εγχειριδίου· Ιστορική αμνησία και ιστοριογραφικός αναθεωρητισμός· Εθνική ταυτότητα «πλουραλιστική» ή μήπως ενοχική; Αποσιώπηση εθνικής συνείδησης και αμφισβήτηση ιστορικής συνέχειας κ.λπ.
Ακολουθούν τρία εκτενή κείμενα του Γιώργου Καραμπελιά («Από τον Φαλμεράυερ στον Χομπσμπάουμ, Η γένεση της αποδομητικής ιστοριογραφίας»), του Άγγελου Γουνόπουλου («Ο Eric Hobsbawm και η επινόηση της “επινοημένης παράδοσης”», Α΄) και του Γιώργου Κοντογιώργη («Ο Eric Hobsbawm και ο ελληνισμός ως έθνος-κοσμοσύστημα»), που εξετάζουν τη γένεση της αποδομητικής ιστορικής σχολής στην Ευρώπη, με πρόσφατο εκπρόσωπο τον Χομπσμπάουμ, και την εδραίωσή της στην Ελλάδα. Για να πραγματοποιηθεί η μετάβαση από το ελληνικό έθνος-κράτος σε μια απλή επαρχία –οιονεί αποικία– μιας παγκοσμιοποιημένης Ευρώπης, θα πρέπει, μέσα σε λίγα χρόνια, να αποδομηθεί η εθνική ταυτότητα ενός πανάρχαιου έθνους. Και εάν ο ηλεκτρονικός Τύπος αποτελεί τον κυριότερο μηχανισμό αυτού του πολιτισμικού εξανδραποδισμού, ωστόσο είναι απαραίτητη και η συνδρομή της «υψηλής κουλτούρας».
Όπως υπογραμμίζει ο Γ. Καραμπελιάς, η νεώτερη εθνοαποδομητική ιστοριογραφία κυριάρχησε από τα μέσα της δεκαετίας του 1980, και προπαντός κατά τα τελευταία είκοσι χρόνια, μεταφέροντας στην Ελλάδα όλες τις ιδεοληψίες και τα «πορίσματα» μιας αγγλοσαξονικής ιστορικής Σχολής, η οποία, ήδη με τον Τόυνμπη, αναπαράγει τα βασικά στερεότυπα του Φαλμεράυερ ενώ, εσχάτως, αναζωπυρώθηκε με αφετηρία Άγγλους και Αμερικανούς ακαδημαϊκούς, κατ’ εξοχήν τον Ρόμιλυ Τζένκινς, τον Σύριλ Μάνγκο και τον Έρικ Χομπσμπάουμ.
Ο Άγγελος Γουνόπουλος εγκύπτει στη σύνολη θεωρητική αντίληψη του Eric Hobsbawm, ο οποίος χαρακτηρίζει επινοημένες όλες τις «παραδόσεις» και υποστηρίζει πως ενώ έχουν εμφανιστεί πολύ πρόσφατα –στα πλαίσια της νεωτερικότητας, εξαιτίας των απαιτήσεων της συγκρότησης των εθνικών κρατών–, τους αποδίδουμε ένα ιστορικό βάθος που δεν έχουν! Έτσι, μπορεί να «κατασκευαστεί» θεωρητικά η έννοια του έθνους ως κατασκευής – μέσω επινοημένων παραδόσεων.
Τέλος, ο Γ. Κοντογιώργης ανασκευάζει συστηματικά τις απόψεις του Χομπσμπάουμ για το ελληνικό έθνος («Όλα τα έθνη είναι σχετικά πρόσφατα και σχετικά τεχνητά δημιουργήματα. Αυτό ισχύει και για το ελληνικό έθνος που δεν υπήρχε πριν από τον 19ο αιώνα»), καταδεικνύοντας τη συνέχειά του: «Η ελληνική ταυτότητα αποτελεί μία σταθερά που συγκροτείται ήδη κατά τους κρητομυκηναϊκούς χρόνους και εξελίσσεται μεταλλασσόμενη αδιάκοπα έως τη σύγχρονη εποχή».
Για το ζήτημα της εθνολογικής σύστασης των Ελλήνων, παραθέτουμε δύο κείμενα. Στο πρώτο, «Οι εθνολογικές εξελίξεις του ελληνικού λαού», ο Νίκος Σβορώνος υποστηρίζει πως, παρά τις σλαβικές επιδρομές, «μπορούμε να πούμε ότι ο ελληνισμός που έμεινε επί τόπου ήταν αρκετός σε όγκο και σε συνοχή, ώστε να μπορέσει να ξαναρχίσει σύντομα την ανάκτηση των χαμένων εδαφών και να αφομοιώσει με τον καιρό τα ξένα αυτά στοιχεία». Την άποψή του επιβεβαιώνει το δεύτερο άρθρο ερευνητών, υπό τον καθ. Γενετικής των ΗΠΑ, Γιώργο Σταματογιαννόπουλο, στο European Journal of Human Genetics, –το οποίο και παρουσιάζει ο Νίκος Κελέρμενος–, με τον τίτλο «Η γενετική των πελοποννησιακών πληθυσμών και η θεωρία της εξαφάνισης των Πελοποννησίων Ελλήνων», που διαπιστώνει πως «η μέση κοινή καταγωγή με τους Γάλλους κυμαίνεται σε 39-42%, με τους Ανδαλουσιανούς 53–62% και με τους Ιταλούς 85–96%. Αντίθετα, η μέση κοινή καταγωγή με τους σλαβικούς πληθυσμούς είναι πάντα <15%. Οι Πελοποννήσιοι είναι γενετικά περισσότερο διακριτοί από τους σλαβικούς πληθυσμούς και εμφανίζουν πολύ μεγαλύτερη ομοιότητα με τους νοτιοευρωπαϊκούς πληθυσμούς».
Ο Σπύρος Κουτρούλης κλείνει το αφιέρωμα με τη μελέτη, «Είναι ο Ίων Δραγούμης πρωτοφασίστας και τρομοκράτης; Οι αστοχίες ενός βιβλίου του Γιάννη Μάζη». Πράγματι, ο Γ. Μάζης δηλώνει πως δεν έχει «καμία αμφιβολία ότι (ο Δραγούμης) ήταν ένας πρωτο-φασίστας», ενώ το βιβλίο του αποτελεί «συνέχεια» του βιβλίου του Σπ. Μαρκέτου, με τον χαρακτηριστικό τίτλο, Πώς φίλησα τον Μουσσολίνι! Τα πρώτα βήματα του ελληνικού φασισμού. Ο Γ. Μάζης παραθέτει ως τεκμήριο την άποψη του Μουσολίνι ότι «χωρίς το κράτος δεν υπάρχει έθνος», ενώ ο Δραγούμης πιστεύει, αντίθετα, ότι το έθνος μπορεί να υπάρξει χωρίς το κράτος. Ο Κουτρούλης παρουσιάζει πληθώρα στοιχείων που καταδεικνύουν πως ο Δραγούμης ήταν σε επικοινωνία με εκπροσώπους της Αριστεράς, όπως ο Κορδάτος και ο Γιαννιός, ενώ επηρέασε αποφασιστικά τον βενιζελικό Θεοτοκά. Τέλος, τα Φύλλα Ημερολογίου μας αποκαλύπτουν τη μετατόπισή του σε μια ιδεολογία πατριωτική, δημοκρατική, κοινοτική, σοσιαλιστική.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου