Του Γεωργίου Παπασίμου
Εν μέσω των δραματικών επιπτώσεων του κορωνοϊού η ορισθείσα επιτροπή για τα 200 χρόνια από το 1821 ξαναχτύπησε! Το μέλος της, καθηγητής ιστορίας του ΕΚΠΑ Αριστείδης Χατζής, αποκάλεσε τον πρώτο κυβερνήτη της χώρας Ι. Καποδίστριας ως «εκσυγχρονιστή δικτάτορα». Ο ισχυρισμός αυτός που αναρτήθηκε στην επίσημη ιστοσελίδα της Επιτροπής για το 1821, χωρίς να έχει αποκηρυχθεί, φωτογραφίζει την προσπάθεια της πλειοψηφίας των συμμετεχόντων στην επιτροπή αυτή να αποδομήσουν με έντεχνο τρόπο το εθνικοαπελευθερωτικό νόημα της επανάστασης αυτής, που παραμένει βασικός πυρήνας νοηματοδότησης του παρόντος και του μέλλοντος του Ελληνισμού.
Η προσπάθεια υπονόμευσης του υψηλού κύρους του Ι. Καποδίστρια στην πλειοψηφία του ελληνικού λαού (έστω και διαισθητικά), φωτογραφίζει τις προσπάθειες της επιτροπής αυτής να μεταλλάξει και να διαστρέψει το πραγματικό νόημα της επανάστασης του 1821, εντάσσοντας την στο σημερινό κυρίαρχο εθνομηδενιστικό ιδεολογικό μοτίβο, υποβαθμίζοντας τον εθνικοαπελευθερωτικό και λαϊκό χαρακτήρα της.
Πέραν αυτού, αποτελεί πλήρη και βαρύτατη διαστρέβλωση των πραγματικών συνθηκών, μέσα στις οποίες έδρασε ο Ι. Καποδίστριας, ο οποίος έφτασε στην Ελλάδα τον Ιανουάριο του 1828 σε μια περίοδο, που λόγω των εμφύλιων σπαραγμών και της διαβρωτικής δράσης του Ιμπραήμ η Επανάσταση έπνεε τα λοίσθια. Ο Ι. Καποδίστριας μέσα σε λίγο χρόνο αναδιοργάνωσε τη διοίκηση, αντιμετώπισε το οξύ οικονομικό πρόβλημα της χώρας και ανασύνταξε στοιχειωδώς σε στρατό τις δυνάμεις ατάκτων. Η συνεισφορά του στην υπόθεση της απελευθέρωσης, αλλά και στη δημιουργία ανεξάρτητου κράτους είναι σημαντικότατη, παραμένοντας άγνωστη στο ευρύ κοινό, αφού έως τότε το σχέδιο κυρίως των Άγγλων ήταν η δημιουργία ενός υποτελούς κρατιδίου στο σουλτάνο με περιορισμένα σύνορα.
Χρησιμοποιώντας ο Ι. Καποδίστριας την μεγάλη πείρα του στο διπλωματικό επίπεδο και το κύρος που είχε, κινήθηκε αριστοτεχνικά εν μέσω του ανταγωνισμού των τριών μεγάλων δυνάμεων, έχοντας τεράστια συνεισφορά στο τελικό αποτέλεσμα. Και αυτό γιατί ήταν αυτός που πέτυχε την αποστολή γαλλικού στόλου στην Πελοπόννησο για την εκδίωξη του Ιμπραήμ, που συνέχιζε να δρα και μετά την ναυμαχία του Ναβαρίνου, συμβουλεύοντας το Παρίσι να μην αφήσει στη Ρωσία την αποκλειστική δόξα της συνδρομής στην επανάσταση. Παράλληλα πριν φτάσει ο γαλλικός στόλος πέτυχε από τους Άγγλους την Συνθήκη της Αλεξάνδρειας για αποχώρηση του Ιμπραήμ, υποδεικνύοντας έντεχνα σε αυτούς την ανάγκη να παρέμβουν για να μη λάβει ο γαλλικός στρατός μόνος του τις δάφνες και τους τίτλους του απελευθερωτή.
Ο Καποδίστριας επιχείρησε την επιβολή αυτονομίας του υπό διαμόρφωση ελληνικού κράτους στηριζόμενη στην εκμετάλλευση των αντιθέσεων στο διεθνές επίπεδο της εποχής, αλλά και στη βάση της αυτοδύναμης ανάπτυξης της οικονομίας. Τα γεωγραφικά όρια του ελληνικού κράτους που ήθελε να ορίσει ο Καποδίστριας, περιλάμβαναν την Κύπρο, την Κρήτη, τη Μικρά Ασία, τη Μακεδονία και μελλοντικά τα αγγλοκρατούμενα Ιόνια. Δηλαδή ένα κράτος ικανό να είναι αυτάρκες και με σημαντική παρουσία στις ευρωπαϊκές εξελίξεις. Αυτό τον κατέστησε αυτομάτως επικίνδυνο αντίπαλο κυρίως των αγγλικών συμφερόντων στην ευρύτερη περιοχή.
Περαιτέρω, επιχείρησε για πρώτη φορά την διανομή των εθνικών γαιών στους ακτήμονες, επηρεαζόμενος μεταξύ άλλων από τα επτανησιακά αγροτικά κινήματα, αλλά και από την επαφή του με τους Ρώσους στρατευμένους αγρότες. Αυτό τον έφερε αντιμέτωπο με τους ντόπιους ολιγάρχες και γαιοκτήμονες που επιδίωκαν να αποτελέσουν τη συνέχεια της οθωμανικής εξουσίας στο νεοελληνικό κράτος.
Τέλος, ο ισχυρισμός περί δικτάτορα μέσα στις παραπάνω συνθήκες αποτελεί προσβολή των στοιχειωδών κανόνων της ιστορικής επιστήμης για κάποιον που φέρει τον τίτλο του καθηγητή Ιστορίας, αφού είναι γνωστό ότι μέχρι τη δολοφονία του, υπήρξαν δύο εκλογικές διαδικασίες στην επαναστατημένη Ελλάδα, ενώ στην επιχειρούμενη αφαίρεση του δικαιώματος ψήφου από τους ακτήμονες και τους ετερόχθονες στις 30/12/1828 για την ανάδειξη της Δ’ Εθνοσυνέλευσης.
Η δολοφονία του Ι. Καποδίστρια αποτέλεσε τη χαριστική βολή στην προσπάθεια του επιβολής εθνικής ενότητας και συνεννόησης των ομάδων που καταδυνάστευαν τον τόπο. Συνιστά μάλιστα μια εκ των διαχρονικών αιτιών, που το αίτημα της εθνικής ολοκλήρωσης και πολιτικού εκσυγχρονισμού της Ελλάδας, ως συνέπεια της Επανάστασης του 1821 παραμένει μέχρι σήμερα αδικαίωτο. Η χώρα βρίσκεται μέχρι σήμερα στα χέρια της παρασιτικής οικονομικής ολιγαρχίας και του πολιτικού προσωπικού εξουσίας, που συναποτελούν το σύστημα παρακμής, που έχει βυθίσει στη χρεωκοπία και τη σήψη την Ελλάδα. Οι συνθήκες αυτές, παράγουν έναν ιδιότυπο νεοραγιαδισμό, ο οποίος, μάλιστα, εμφανίζεται από το σύστημα εξουσίας ως δήθεν προοδευτική θεώρηση των πραγμάτων και ως προοδευτική στάση έναντι του εθνικισμού, που εξομοιώνεται δολίως με τον πατριωτισμό!!! Πρόκειται για την σύμπτυξη του νεοταξικού, νεοφιλελεύθερου κοσμοπολιτισμού της δεξιάς αντίληψης και του μεταφυσικού διεθνισμού τμήματος της Αριστεράς.
Κυρίαρχο στοιχείο αυτής της εθνομηδενιστικής αντίληψης είναι η αποδόμηση της εθνικής ταυτότητας της Ελλάδος σε ιστορικό και πολιτισμικό επίπεδο και η διακήρυξη της ασυνέχειας του Ελληνικού Έθνους, μέσω της αποδοχής των ιδεολογικών φληναφημάτων, της ψευδο-νεωτερικότητας, περί αποκλειστικής καπιταλιστικής κατασκευής των σύγχρονων Κρατών. Η στρεβλή, όμως, αυτή αντίληψη έχει καταρριφθεί από τους σοβαρότερους σύγχρονους μαρξιστές φιλόσοφους, με προεξάχοντα τον Κονστάντσο Πρέβε στο βιβλίο του «Το εθνικό ζήτημα στο κατώφλι του 21ου αιώνα».
Και ενώ 200 χρόνια σχεδόν από την Επανάσταση του 1821, η Ελλάδα διανύει μία από τις χειρότερες περιόδους της σύγχρονης Ιστορίας της, αφού η «γάγγραινα» έχει εισχωρήσει βαθιά σε όλα τα μέλη του οργανισμού της και ο εξ Ανατολής κίνδυνος βρίσκεται προ των πυλών, αντί να υπάρξει μια πραγματικά εθνική επιτροπή, η οποία θα επιχειρούσε την αποτύπωση της πραγματικής σημασίας της Επανάστασης του 1821 για την ενδυνάμωση του φρονήματος των Ελλήνων, το σύστημα παρακμής, επιχειρεί μέσω αυτής της Επιτροπής «εθνικής καρικατούρας», να υπονομεύσει περαιτέρω τον πατριωτισμό και να επιβάλλει τον νεοραγιαδισμό ως κυρίαρχη αποδεκτή αντίληψη.
Εν μέσω των δραματικών επιπτώσεων του κορωνοϊού η ορισθείσα επιτροπή για τα 200 χρόνια από το 1821 ξαναχτύπησε! Το μέλος της, καθηγητής ιστορίας του ΕΚΠΑ Αριστείδης Χατζής, αποκάλεσε τον πρώτο κυβερνήτη της χώρας Ι. Καποδίστριας ως «εκσυγχρονιστή δικτάτορα». Ο ισχυρισμός αυτός που αναρτήθηκε στην επίσημη ιστοσελίδα της Επιτροπής για το 1821, χωρίς να έχει αποκηρυχθεί, φωτογραφίζει την προσπάθεια της πλειοψηφίας των συμμετεχόντων στην επιτροπή αυτή να αποδομήσουν με έντεχνο τρόπο το εθνικοαπελευθερωτικό νόημα της επανάστασης αυτής, που παραμένει βασικός πυρήνας νοηματοδότησης του παρόντος και του μέλλοντος του Ελληνισμού.
Η προσπάθεια υπονόμευσης του υψηλού κύρους του Ι. Καποδίστρια στην πλειοψηφία του ελληνικού λαού (έστω και διαισθητικά), φωτογραφίζει τις προσπάθειες της επιτροπής αυτής να μεταλλάξει και να διαστρέψει το πραγματικό νόημα της επανάστασης του 1821, εντάσσοντας την στο σημερινό κυρίαρχο εθνομηδενιστικό ιδεολογικό μοτίβο, υποβαθμίζοντας τον εθνικοαπελευθερωτικό και λαϊκό χαρακτήρα της.
Πέραν αυτού, αποτελεί πλήρη και βαρύτατη διαστρέβλωση των πραγματικών συνθηκών, μέσα στις οποίες έδρασε ο Ι. Καποδίστριας, ο οποίος έφτασε στην Ελλάδα τον Ιανουάριο του 1828 σε μια περίοδο, που λόγω των εμφύλιων σπαραγμών και της διαβρωτικής δράσης του Ιμπραήμ η Επανάσταση έπνεε τα λοίσθια. Ο Ι. Καποδίστριας μέσα σε λίγο χρόνο αναδιοργάνωσε τη διοίκηση, αντιμετώπισε το οξύ οικονομικό πρόβλημα της χώρας και ανασύνταξε στοιχειωδώς σε στρατό τις δυνάμεις ατάκτων. Η συνεισφορά του στην υπόθεση της απελευθέρωσης, αλλά και στη δημιουργία ανεξάρτητου κράτους είναι σημαντικότατη, παραμένοντας άγνωστη στο ευρύ κοινό, αφού έως τότε το σχέδιο κυρίως των Άγγλων ήταν η δημιουργία ενός υποτελούς κρατιδίου στο σουλτάνο με περιορισμένα σύνορα.
Χρησιμοποιώντας ο Ι. Καποδίστριας την μεγάλη πείρα του στο διπλωματικό επίπεδο και το κύρος που είχε, κινήθηκε αριστοτεχνικά εν μέσω του ανταγωνισμού των τριών μεγάλων δυνάμεων, έχοντας τεράστια συνεισφορά στο τελικό αποτέλεσμα. Και αυτό γιατί ήταν αυτός που πέτυχε την αποστολή γαλλικού στόλου στην Πελοπόννησο για την εκδίωξη του Ιμπραήμ, που συνέχιζε να δρα και μετά την ναυμαχία του Ναβαρίνου, συμβουλεύοντας το Παρίσι να μην αφήσει στη Ρωσία την αποκλειστική δόξα της συνδρομής στην επανάσταση. Παράλληλα πριν φτάσει ο γαλλικός στόλος πέτυχε από τους Άγγλους την Συνθήκη της Αλεξάνδρειας για αποχώρηση του Ιμπραήμ, υποδεικνύοντας έντεχνα σε αυτούς την ανάγκη να παρέμβουν για να μη λάβει ο γαλλικός στρατός μόνος του τις δάφνες και τους τίτλους του απελευθερωτή.
Ο Καποδίστριας επιχείρησε την επιβολή αυτονομίας του υπό διαμόρφωση ελληνικού κράτους στηριζόμενη στην εκμετάλλευση των αντιθέσεων στο διεθνές επίπεδο της εποχής, αλλά και στη βάση της αυτοδύναμης ανάπτυξης της οικονομίας. Τα γεωγραφικά όρια του ελληνικού κράτους που ήθελε να ορίσει ο Καποδίστριας, περιλάμβαναν την Κύπρο, την Κρήτη, τη Μικρά Ασία, τη Μακεδονία και μελλοντικά τα αγγλοκρατούμενα Ιόνια. Δηλαδή ένα κράτος ικανό να είναι αυτάρκες και με σημαντική παρουσία στις ευρωπαϊκές εξελίξεις. Αυτό τον κατέστησε αυτομάτως επικίνδυνο αντίπαλο κυρίως των αγγλικών συμφερόντων στην ευρύτερη περιοχή.
Περαιτέρω, επιχείρησε για πρώτη φορά την διανομή των εθνικών γαιών στους ακτήμονες, επηρεαζόμενος μεταξύ άλλων από τα επτανησιακά αγροτικά κινήματα, αλλά και από την επαφή του με τους Ρώσους στρατευμένους αγρότες. Αυτό τον έφερε αντιμέτωπο με τους ντόπιους ολιγάρχες και γαιοκτήμονες που επιδίωκαν να αποτελέσουν τη συνέχεια της οθωμανικής εξουσίας στο νεοελληνικό κράτος.
Τέλος, ο ισχυρισμός περί δικτάτορα μέσα στις παραπάνω συνθήκες αποτελεί προσβολή των στοιχειωδών κανόνων της ιστορικής επιστήμης για κάποιον που φέρει τον τίτλο του καθηγητή Ιστορίας, αφού είναι γνωστό ότι μέχρι τη δολοφονία του, υπήρξαν δύο εκλογικές διαδικασίες στην επαναστατημένη Ελλάδα, ενώ στην επιχειρούμενη αφαίρεση του δικαιώματος ψήφου από τους ακτήμονες και τους ετερόχθονες στις 30/12/1828 για την ανάδειξη της Δ’ Εθνοσυνέλευσης.
Η δολοφονία του Ι. Καποδίστρια αποτέλεσε τη χαριστική βολή στην προσπάθεια του επιβολής εθνικής ενότητας και συνεννόησης των ομάδων που καταδυνάστευαν τον τόπο. Συνιστά μάλιστα μια εκ των διαχρονικών αιτιών, που το αίτημα της εθνικής ολοκλήρωσης και πολιτικού εκσυγχρονισμού της Ελλάδας, ως συνέπεια της Επανάστασης του 1821 παραμένει μέχρι σήμερα αδικαίωτο. Η χώρα βρίσκεται μέχρι σήμερα στα χέρια της παρασιτικής οικονομικής ολιγαρχίας και του πολιτικού προσωπικού εξουσίας, που συναποτελούν το σύστημα παρακμής, που έχει βυθίσει στη χρεωκοπία και τη σήψη την Ελλάδα. Οι συνθήκες αυτές, παράγουν έναν ιδιότυπο νεοραγιαδισμό, ο οποίος, μάλιστα, εμφανίζεται από το σύστημα εξουσίας ως δήθεν προοδευτική θεώρηση των πραγμάτων και ως προοδευτική στάση έναντι του εθνικισμού, που εξομοιώνεται δολίως με τον πατριωτισμό!!! Πρόκειται για την σύμπτυξη του νεοταξικού, νεοφιλελεύθερου κοσμοπολιτισμού της δεξιάς αντίληψης και του μεταφυσικού διεθνισμού τμήματος της Αριστεράς.
Κυρίαρχο στοιχείο αυτής της εθνομηδενιστικής αντίληψης είναι η αποδόμηση της εθνικής ταυτότητας της Ελλάδος σε ιστορικό και πολιτισμικό επίπεδο και η διακήρυξη της ασυνέχειας του Ελληνικού Έθνους, μέσω της αποδοχής των ιδεολογικών φληναφημάτων, της ψευδο-νεωτερικότητας, περί αποκλειστικής καπιταλιστικής κατασκευής των σύγχρονων Κρατών. Η στρεβλή, όμως, αυτή αντίληψη έχει καταρριφθεί από τους σοβαρότερους σύγχρονους μαρξιστές φιλόσοφους, με προεξάχοντα τον Κονστάντσο Πρέβε στο βιβλίο του «Το εθνικό ζήτημα στο κατώφλι του 21ου αιώνα».
Και ενώ 200 χρόνια σχεδόν από την Επανάσταση του 1821, η Ελλάδα διανύει μία από τις χειρότερες περιόδους της σύγχρονης Ιστορίας της, αφού η «γάγγραινα» έχει εισχωρήσει βαθιά σε όλα τα μέλη του οργανισμού της και ο εξ Ανατολής κίνδυνος βρίσκεται προ των πυλών, αντί να υπάρξει μια πραγματικά εθνική επιτροπή, η οποία θα επιχειρούσε την αποτύπωση της πραγματικής σημασίας της Επανάστασης του 1821 για την ενδυνάμωση του φρονήματος των Ελλήνων, το σύστημα παρακμής, επιχειρεί μέσω αυτής της Επιτροπής «εθνικής καρικατούρας», να υπονομεύσει περαιτέρω τον πατριωτισμό και να επιβάλλει τον νεοραγιαδισμό ως κυρίαρχη αποδεκτή αντίληψη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου